Και ξαφνικά… έχεις αυτό το υπερπολύτιμο πλασματάκι πάνω σου, ακουμπισμένο στην ψυχή σου, με όλο του το είναι εξαρτημένο από εσένα. Κλείνεις τα μάτια και το νιώθεις. Χτυπάει η καρδιά σου έξω από το σώμα σου, ακουμπισμένη τρυφερά στο στέρνο σου. Μια ανάσα από την ανάσα σου. Η πρώτη φωλιά η αγκαλιά σου, μια ζεστή, γεμάτη πρωτόγνωρη αγάπη, προστασία.
Είσαι εσύ αυτή που δίνεις ζωή σε αυτό τον άνθρωπο. Σκέψου, πόσο περίεργη αίσθηση, ένας άνθρωπος φτιάχτηκε μέσα σου. Με εσένα και κάποιον άλλον. Και είσαι μαζί του για πολύ καιρό. Εσύ κι εκείνο. Να κοιμάσαι και να ξυπνάς μόνο με αυτό και για αυτό. Το παιδί σου, με τα ένστικτα σου να χτυπάνε μέσα στις φλέβες σου σαν συναγερμός. Και το προσέχεις. Και το φροντίζεις. Και συνεχίζεις. Και κάθε ημέρα αναρωτιέσαι, ποια είμαι; Το κάνω καλά; Είναι καλά;
Πόσο δύσκολο είναι να είσαι γονιός. Γονιός που αγαπάς το παιδί σου. Γιατί σε ό,τι έμαθες μέχρι τώρα, πρέπει να ξεμάθεις. Από τότε που έγινα μαμά δεν ξαναείπα ποτέ τη λέξη «βαριέμαι». Δεν ξαναπρόλαβα να το πάθω. Και χαίρομαι γιατί αισθάνομαι ότι έχει νόημα η ζωή έτσι, η βαρεμάρα πάντα με καταδίωκε σαν εχθρός της δράσης μου, οπότε εκτιμώ αφάνταστα την απουσία της. Αλλά θα μπορούσα να αισθάνομαι το δικαίωμα της χαλάρωσης πιο συχνά…
Όλοι οι μεγάλοι ήταν παιδιά πρώτα.
(Αλλά λίγοι το θυμούνται)
Και μια μέρα το κοιτάς και δεν είναι πια μωρό. Είναι ένας άλλος άνθρωπος. ‘Ενας άνθρωπος σαν όλους τους άλλους. Με τη δική του τη φωνή, τους δικούς του φίλους, τις δικές του επιλογές και τα δικά του θέλω. Και όσο περίεργη είναι η είσοδος του στη ζωή σου, μια είσοδος που σε παρασύρει, σε αλλάζει, σε μεταμορφώνει, άλλο τόσο περίεργη είναι και η στιγμή που πρέπει να αποφασίσεις ότι το παιδί σου δεν είναι εσύ. Ούτε είναι σαν κι εσένα. Ούτε θέλεις να είναι ένας μικρός κλώνος σου. Εσύ ήθελες να είσαι η μαμά σου; Ίδια; Με τις ίδιες επιλογές, με την ίδια ιδιοσυγκρασία, με τις ίδιες φιλίες, το ίδιο γούστο; Η μαμά αγαπάει τόσο το παιδί της που πονάει. Μια αγάπη που σε κάνει να κινείς βουνά, που σε κρατάει ξύπνια τα βράδια του πυρετού, που σου δίνει ενέργεια τη στιγμή που έχεις στραγγίξει. Η πιο δυνατή αγάπη του κόσμου όλου.
Αλλά. Το παιδί σου είναι ο ή η. Δεν είναι απλώς το παιδί κάποιου. Σκέφτομαι πόσους ανθρώπους έχω γνωρίσει στη ζωή μου, έχουμε μοιραστεί στιγμές, έχουμε γελάσει, έχουμε κάνει βλακείες, ταξίδια, συζητήσεις, έχουμε κλάψει, έχουμε κάνει επιλογές και δεν έχω γνωρίσει ποτέ τους γονείς του. Δεν τους έχω δει καν. Δεν χρειάζεται να γνωρίσω όλο του το σόι για να τους αποδεχθώ ή να τους αγαπήσω. Φυσικά θεωρώ ότι στη διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσής μας και της ηθικής οι γονείς έχουν τον πιο κυρίαρχο ρόλο. Και όσοι γονείς το αξίζουν, πρέπει να έχουν την αγάπη μας και το σεβασμό μας. Γιατί μόχθησαν, πόνεσαν, άφησαν το εγώ τους σε ένα μαιευτήριο και μας «έπλασαν». Όμως εγώ είμαι εγώ και δεν είμαι κτήμα κανενός. Και το ίδιο θα ήθελα και για τα παιδιά μου. Δεν θέλω να μου μοιάσουν, δεν θέλω βασικά να μοιάσουν σε κανέναν. Θέλω να είναι τόσο δυνατοί που η προσωπικότητά τους να είναι δική τους! Να είναι ο Ά και η Δ. Θέλω να έχουν αυτοπεποίθηση τόση, ώστε να μην αφήσουν ποτέ τα όνειρά τους να γλιστρήσουν από τη ζωή τους, θέλω να διαλέξουν μόνοι τους τα όνειρα αυτά, θέλω να είναι ισορροπημένοι άνθρωποι που σέβονται και εκτιμούν τον κόσμο στον οποίο δρουν και θέλω να μπορούν να δώσουν αγάπη. Να έχουν αγάπη. Και θέλω να ξέρουν ότι εγώ θα είμαι πάντοτε εδώ να στηρίξω με όλες μου τις δυνάμεις κάθε τους υγιή επιθυμία. Εδώ θα είμαι πάντα με την αγκαλιά ανοιχτή να τα αγαπώ μέχρι το άπειρο.